Στη Σοβιετική Ένωση κυκλοφορούσε, υπό τύπον αστεϊσμού, η φράση: “κάνουμε πως δουλεύουμε και αυτοί κάνουν πως μας πληρώνουν”. Στους καιρούς του Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε, τηρουμένων των αναλογιών, να ειπωθεί για τη Μέση Ανατολή η φράση: “κάνουμε πως εξαπολύουμε επίθεση και αυτοί κάνουν πως συνάπτουν εκεχειρία”.
Το αίμα και η καταστροφή (πρωτίστως στη Γάζα) έχουν βεβαίως χαρακτήρα απολύτως πραγματικό, όμως οι κινήσεις των πολιτικών δρώντων μοιάζουν, σε καιρούς στρατηγικής ρηχότητας, κυριαρχίας του θεάματος και τροποποιούμενων, πλην ακόμη ασαφών, συσχετισμών, με μια χορογραφία του γελοίου με το εφιαλτικό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα χθεσινά ιρανικά πλήγματα στην αμερικανική βάση αλ-Ουντέιντ στο Κατάρ (τη μεγαλύτερη σε όλη τη Μέση Ανατολή) είχαν ως άμεσο αντίκτυπο την… υποχώρηση της τιμής του πετρελαίου, εφόσον αξιολογήθηκε ότι με αυτά απομακρύνεται το πολύ πιο επικίνδυνο ενδεχόμενο του κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ. Αλλά ο ένοικος του Λευκού Οίκου είχε την… αγένεια να γνωστοποιήσει ότι η αμερικανική πλευρά είχε καταλλήλως προειδοποιηθεί, εξ ου και δεν κατέγραψε απώλειες.
Οι Ιρανοί ιθύνοντες (πολύ πιο πραγματιστές και ορθολογικοί απ’ ό,τι τους θέλει η προπαγάνδα των αντιπάλων τους) έστειλαν έτσι ένα διπλό μήνυμα: ότι έχουν την επιχειρησιακή ικανότητα να κλιμακώσουν σε μία περιφερειακή αντιπαράθεση, αλλά και ότι δεν έχουν την πολιτική βούληση για κάτι τέτοιο. Κυρίως δε, ότι προσπαθούν να διαφυλάξουν τις σχέσεις τους με τις αραβικές μοναρχίες (πλην του σχετικώς απομονωμένου Κατάρ).
Επρόκειτο για μία κίνηση εξόχως “τραμπική”, επακριβώς αντίστοιχη των αμφιλεγόμενης αποτελεσματικότητας αμερικανικών πληγμάτων σε ιρανικούς πυρηνικούς σταθμούς, η οποία διευκόλυνε τον Αμερικανό πρόεδρο να “σφυρίξει λήξη”, συγχαίροντας εαυτόν για μία ισοπαλία την οποία αναγορεύει σε προσωπικό του θρίαμβο (ως πολέμαρχος; ως ειρηνοποιός; ως κάτοχος της Τέχνης του Deal;).
Μένει να φανεί εάν η κατάπαυση του πυρός που ανακοίνωσε ο Τραμπ μεσούσης της νυκτός θα έχει διάρκεια ή θα αποδειχθεί τέχνασμα. Είναι προφανές ότι ο Αμερικανός πρόεδρος θα ήθελε να αξιοποιήσει τη συγκυρία για επανέναρξη των συνομιλιών με το Ιράν. Μένει να φανεί αν η Τεχεράνη θα ανταποκριθεί – όπως μένει να φανεί εάν θα μπει στο τραπέζι η απαίτηση Ισραήλ και Δύσης για τερματισμό των ιρανικών δραστηριοτήτων εμπλουτισμού ουρανίου, για έλεγχο του βαλλιστικού οπλοστασίου της Τεχεράνης και για αναθεώρηση των περιφερειακών της συμμαχιών. Δεν δείχνει, ωστόσο, η Ισλαμική Δημοκρατία να έχει υποστεί τέτοια πλήγματα που να την οδηγούν σε αυτού του είδους τη συνθηκολόγηση.
Με άλλα λόγια, ο “Πόλεμος των Δώδεκα Ημερών”, όπως ήδη τον βάφτισε ο Τραμπ, λήγει με “επιστροφή στην αφετηρία”, έχοντας ωστόσο αφήσει ως θύμα του το καθεστώς μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων. Δεν είναι μόνο το Ιράν, αλλά και κάθε ενδιαφερόμενος γείτονας (λ.χ. Τουρκία, Σαουδική Αραβία) που θα εξαγάγει το συμπέρασμα ότι η οδός των Κιμ της Βόρειας Κορέας είναι η πλέον ασφαλής.
Η εξέλιξη αυτή θα πρέπει σε μεγάλο βαθμό να αποδοθεί στις εύθραυστες ισορροπίες στο εσωτερικό των Ρεπουμπλικανών των ΗΠΑ, αλλά και στο μήνυμα που εξέπεμψε ο Βλαντίμιρ Πούτιν, υποδεχόμενος χθες τον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί, τον οποίο και διαβεβαίωσε, μετά από τόσες ημέρες χλιαρής και αμφίσημης στάσης της Μόσχας, ότι η χώρα του “θα βοηθήσει τον ιρανικό λαό”.
Η “επιστροφή στην αφετηρία” αφήνει βεβαίως άλυτο το ζήτημα της Γάζας και έκθετο τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Βενιαμίν Νετανιάχου, που επέλεξε την κλιμάκωση και γεωγραφική επέκταση της σύγκρουσης. Η αναμέτρηση με το Ιράν δεν λειτούργησε τονωτικά για την αυτοπεποίθηση του Ισραήλ και οι ΗΠΑ, μετά τους ελιγμούς του Τραμπ, υιοθετούν μια στάση αυτοπροστασίας.