Σε μια προσπάθεια να θωρακίσει την ενεργειακή της ασφάλεια μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Ευρώπη κινδυνεύει να πέσει σε μια νέα παγίδα εξάρτησης – μόνο που αυτή τη φορά, ο προμηθευτής δεν θα βρίσκεται ανατολικά, αλλά δυτικά του Ατλαντικού. Η συμφωνία που προωθείται ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες για την προμήθεια αμερικανικού LNG (υγροποιημένου φυσικού αερίου), ενώ φαινομενικά υπηρετεί τον στόχο της διαφοροποίησης, στην πράξη αναδεικνύεται ως ένα νέο μονοπώλιο – ίσως και πιο ισχυρό από το προηγούμενο με τη Μόσχα.
Από το 40% της Ρωσίας στο 100% των ΗΠΑ
Πριν από το 2022, η Ρωσία προμήθευε την Ευρωπαϊκή Ένωση με περίπου 140-150 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου τον χρόνο, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 40% των συνολικών εισαγωγών. Αυτή η εξάρτηση χαρακτηρίστηκε “απαράδεκτη” και “επικίνδυνη” μετά την εισβολή στην Ουκρανία, πυροδοτώντας μια θεμελιώδη αναδιάρθρωση του ενεργειακού μίγματος της Ευρώπης.
Ωστόσο, τα μαθηματικά του νέου deal με τις ΗΠΑ φέρνουν αντιφατικά μηνύματα.
Ήδη οι ΗΠΑ καλύπτουν το 44% των εισαγωγών LNG στην Ευρώπη. Για να υλοποιηθεί ο στόχος των $250 δισ. ετήσιων εισαγωγών σε αμερικανική ενέργεια, θα πρέπει οι εξαγωγές αμερικανικού LNG να εξαπλασιαστούν. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να καλύψουν σχεδόν το 100% ή και παραπάνω των αναγκών της Ευρώπης σε LNG, καθιστώντας την ΕΕ ενεργειακά πιο εξαρτημένη από ποτέ.
Οι γεωπολιτικοί “παράπλευροι” χαμένοι
Η υπερσυγκέντρωση της προμήθειας σε έναν παίκτη διαμορφώνει μια νέα τάξη πραγμάτων στις παγκόσμιες ενεργειακές ισορροπίες. Παραδοσιακοί προμηθευτές όπως το Κατάρ, η Αλγερία, η Νορβηγία και το Αζερμπαϊτζάν βλέπουν τον ρόλο τους να συρρικνώνεται.
Το Κατάρ ήδη αντιδρά στις αυστηρές ευρωπαϊκές ρυθμίσεις για τις εκπομπές μεθανίου, ενώ η Αλγερία, αν και διαθέτει αγωγούς προς την Ισπανία και την Ιταλία, χάνει τη στρατηγική της βαρύτητα. Η Νορβηγία, μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και ιστορικά αξιόπιστος εταίρος, κινδυνεύει να παραγκωνιστεί από τον πληθωρικό αμερικανικό όγκο. Οι μικρότεροι παίκτες – Νιγηρία, Μοζαμβίκη, Αίγυπτος – δεν θα βρουν “χώρο” στην εξίσωση.
Τεχνικά αδύνατο, οικονομικά επώδυνο
Πέρα από τα γεωπολιτικά, τα τεχνικά και οικονομικά εμπόδια είναι εξίσου σοβαρά. Οι υπάρχουσες υποδομές υγροποίησης στις ΗΠΑ δεν επαρκούν για να καλύψουν ένα τέτοιο άλμα. Η κατασκευή νέων μονάδων απαιτεί επενδύσεις δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων και χρόνο τουλάχιστον 5-7 ετών.
Αντίστοιχα, ο παγκόσμιος στόλος LNG carriers θα χρειαστεί τεράστια ενίσχυση για να μεταφέρει τους απαιτούμενους όγκους.
Το κυριότερο πρόβλημα όμως είναι το κόστος. Το LNG από τις ΗΠΑ είναι δομικά ακριβότερο από το ρωσικό ή το αλγερινό αέριο μέσω αγωγών. Ήδη, μεταξύ 2021 και 2024, η τιμή του ρωσικού LNG αυξήθηκε κατά 274%. Με την Ασία να αυξάνει ραγδαία τη ζήτησή της και με περιορισμένες ποσότητες στην αγορά, η προσήλωση στην αμερικανική προμήθεια θα ασκήσει περαιτέρω ανοδική πίεση στις ευρωπαϊκές τιμές.
Η ενεργειακή στρατηγική της Ευρώπης σε κρίση ταυτότητας
Αν η βασική επιδίωξη της ΕΕ μετά το 2022 ήταν η ενεργειακή ανεξαρτησία και διαφοροποίηση, η συμφωνία με τις ΗΠΑ δείχνει να κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση. Η ΕΕ κινδυνεύει να αντικαταστήσει έναν μονοψώνιο (Ρωσία) με ένα άλλο (ΗΠΑ), διακινδυνεύοντας την ίδια της τη διαπραγματευτική ισχύ.
Η αμερικανική ενεργειακή πολιτική δεν χαρακτηρίζεται πάντα από σταθερότητα. Οι δασμολογικές μεταβολές, οι πολιτικές πιέσεις, ακόμη και η εσωτερική μεταβλητότητα της Ουάσιγκτον, καθιστούν την πλήρη εξάρτηση από τις ΗΠΑ στρατηγικά παρακινδυνευμένη.
Ορισμένες φωνές εντός της Ευρώπης προειδοποιούν ήδη. Μια τέτοια συγκέντρωση εξουσίας σε έναν προμηθευτή υπονομεύει τις σχέσεις με τους υπόλοιπους εταίρους, περιορίζει τα περιθώρια ελιγμών της Ένωσης και εν τέλει διατηρεί – αν όχι εντείνει – την ίδια γεωπολιτική ευαλωτότητα που προκάλεσε την κρίση του 2022.
Το ευρωπαϊκό δίλημμα
Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα υπαρξιακό ερώτημα: Θα επιλέξει να αντικαταστήσει την ενεργειακή της εξάρτηση από το Κρεμλίνο με μία εξάρτηση από τον Λευκό Οίκο; Ή θα αντέξει τις συνέπειες από μια πιο πολύπλοκη, αλλά στρατηγικά ορθότερη πορεία ενεργειακής πολυφωνίας, ενισχύοντας παράλληλα τις εγχώριες ΑΠΕ, την αποθήκευση και τις διασυνδέσεις;
Σε κάθε περίπτωση, το δίλημμα δεν είναι τεχνικό. Είναι βαθιά πολιτικό και αφορά όχι μόνο το παρόν της ενεργειακής ασφάλειας, αλλά και τη συνοχή της ευρωπαϊκής στρατηγικής ταυτότητας. Αν η Ευρώπη δεν θέλει να αντικαταστήσει το ένα ενεργειακό μονοπώλιο με ένα άλλο, τότε πρέπει να ανακτήσει την ικανότητά της να διαπραγματεύεται, να επενδύει και να αποφασίζει με βάση τα δικά της συμφέροντα. Και όχι με βάση το ποιος έχει τα περισσότερα φορτία LNG να διαθέσει.