Οι επενδυτές παρακολουθούν με ανησυχία τις εξελίξεις στην εμπορική πολιτική των ΗΠΑ, προσπαθώντας να καταλάβουν προς τα πού θα κινηθεί η κυβέρνηση Τραμπ. Το μπρος-πίσω στις αποφάσεις για τους δασμούς έχει δημιουργήσει ένα κλίμα έντονης αβεβαιότητας, ενώ οι ειδήσεις γύρω από τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα οδηγούν τις αγορές σε νευρικές αντιδράσεις. Οι συνθήκες παραμένουν ρευστές, οι κίνδυνοι για την οικονομία πολλαπλασιάζονται και το αίσθημα σταθερότητας μοιάζει μακρινό.
Αν και η τελευταία εβδομάδα φάνηκε πιο ήρεμη, αυτό οφείλεται κυρίως στις χαμηλές συναλλαγές λόγω Πάσχα. Παρά τη σχετική ησυχία, οι απειλές Τραμπ δεν σταμάτησαν. Όπως επισημαίνει ο Michael Brown από την Pepperstone, η αγορά δείχνει να εφησυχάζει χωρίς πραγματική βάση. Οι κίνδυνοι από την άνοδο του πληθωρισμού και τις επιπτώσεις των δασμών στην παγκόσμια ανάπτυξη παραμένουν υπολογίσιμοι.
Μία ανάρτηση του Τραμπ στα κοινωνικά δίκτυα αρκεί για να φέρει αναστάτωση στις αγορές. Ακόμα και το προσωρινό “πάγωμα” κάποιων δασμών δεν προσφέρει ουσιαστική ανακούφιση, καθώς τίποτα δεν εγγυάται τη σταθερότητα αυτών των αποφάσεων. Οι αναλυτές της DZ Bank υπενθυμίζουν ότι η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ παραμένει απρόβλεπτη και προκαλεί αστάθεια.
Οι διεθνείς επενδυτές αρχίζουν να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στις ΗΠΑ. Παρά το ράλι μετά το sell-off, οι ζημιές στην εικόνα της χώρας είναι δύσκολο να αποκατασταθούν. Η πτώση του δολαρίου και οι αποδόσεις των ομολόγων αντικατοπτρίζουν την αβεβαιότητα. Η Bank of America τονίζει ότι η “εξαιρετικότητα” των ΗΠΑ έχει αντικατασταθεί από έναν έντονο σκεπτικισμό.
Σύμφωνα με τη Deutsche Bank, το δολάριο αντιμετωπίζει κρίση εμπιστοσύνης. Οι δασμοί έχουν πλήξει σοβαρά την αξιοπιστία της αμερικανικής πολιτικής, ενώ η ικανότητα των ΗΠΑ να χρηματοδοτούν τα ελλείμματά τους τίθεται υπό αμφισβήτηση. Οι οικονομικές και γεωπολιτικές σχέσεις με την Κίνα επιδεινώνονται, και οι αναλυτές προειδοποιούν ότι η κατάσταση μπορεί να χειροτερέψει.
Το επενδυτικό κλίμα είναι πιο αρνητικό από ποτέ. Έρευνα της Bank of America έδειξε ότι οι περισσότεροι επενδυτές θεωρούν πως η παγκόσμια οικονομία θα επιβραδυνθεί, με τις ΗΠΑ να βρίσκονται στο επίκεντρο των ανησυχιών. Πολλοί βλέπουν τον κίνδυνο ύφεσης να αυξάνεται, και οι τοποθετήσεις των διαχειριστών κεφαλαίων δείχνουν ότι προετοιμάζονται για δύσκολους μήνες.
Η ING περιγράφει τη σημερινή κατάσταση ως ένα αυτοπροκαλούμενο σοκ. Παρά τη βραχυπρόθεσμη παύση δασμών, η συνολική εικόνα δεν έχει βελτιωθεί ουσιαστικά. Ο εμπορικός πόλεμος προκαλεί πληθωρισμό, πιέζει την ανάπτυξη και υπονομεύει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και των επιχειρήσεων.
Η Citigroup προβλέπει ότι η αμερικανική οικονομία θα επιβραδυνθεί σημαντικά το επόμενο διάστημα. Ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί, η ανάπτυξη να πέσει σχεδόν στο μηδέν και η ανεργία να αγγίξει το 5,1%. Η Fed πιθανόν να απαντήσει με μειώσεις επιτοκίων. Αντίστοιχες ανησυχίες εκφράζονται και για την Ευρώπη, όπου ο αντίκτυπος των δασμών θα είναι εξίσου σοβαρός.
Η J.P. Morgan και η UBS συμφωνούν: η αβεβαιότητα θα συνεχίσει να επηρεάζει τις αγορές, και τα όποια ράλι δεν αναμένεται να κρατήσουν. Οι δύο οίκοι συστήνουν προσοχή και στρατηγική υπομονή. Οι επενδυτές καλούνται να περιμένουν περισσότερη σταθερότητα προτού αυξήσουν την έκθεσή τους στις μετοχές.
Το γενικό συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο: οι οικονομικές αγορές κινούνται σε αχαρτογράφητα νερά. Μέχρι να υπάρξει πραγματική αποκλιμάκωση στον εμπορικό πόλεμο και σαφής κατεύθυνση στην πολιτική των ΗΠΑ, η νευρικότητα θα συνεχιστεί και οι επενδυτές θα παραμείνουν σε κατάσταση αναμονής.