Η άλλοτε αδιαμφισβήτητη ηγεμών της Ευρώπης βρίσκεται σε μετεωρισμό. Και είναι μέγα ερώτημα το αν οι πρόωρες (μετά την κατάρρευση του τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού του “φωτεινού σηματοδότη”) ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές θα τη βοηθήσουν να βάλει σε τάξη τα του οίκου της, προκειμένου έτσι να ξαναδεί τον ρόλο της στον δραματικά τροποποιημένο διεθνή συσχετισμό.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις για τις γερμανικές εκλογές αποτυπώνουν μια ρευστότητα στις διαθέσεις των ψηφοφόρων μέχρι και την τελευταία στιγμή. Έτσι, το τελευταίο πριν από τις κάλπες “Πολιτικό Βαρόμετρο” του Ινστιτούτου Wahlen, για λογαριασμό της δημόσιας τηλεόρασης ZDF, κατέγραψε υψηλό ποσοστό αναποφάσιστων, που παραμένουν στο 27%, αλλά και μείωση της διαφοράς ανάμεσα στην προπορευόμενη Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) με τη δεύτερη στην κατάταξη ακροδεξιά “Εναλλακτική για την Γερμανία” (AfD).
Ακριβέστερα, ως προς την πρόθεση ψήφου, η υπό τον Κρίστιαν Μερτς CDU/CSU υποχωρεί κατά δύο μονάδες κάτω από το ψυχολογικό όριο του 30%, στο 28%, ενώ η AfD, ελαφρά ενισχυόμενη κατά 1%, βρίσκεται μόνο επτά μονάδες παραπίσω, στο 21%. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) ακολουθεί στην τρίτη θέση με 16%, χωρίς μεταβολή των ποσοστών του, όπως και οι Πράσινοι με 14%. Το κόμμα της Αριστεράς (Linke) συνεχίζει την απροσδόκητη άνοδο των δυνάμεών του, φθάνοντας στο 8% (+1), ενώ, στο “ντέρμπι των ουραγών”, οι μέχρι πρότινος συγκυβερνώντες Φιλελεύθεροι (FDP) και η νεοσύστατη Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW), που αποσπάσθηκε από την Αριστερά με “αντι-woke” θέσεις, ενισχύονται κατά μισή μονάδα, αλλά παραμένουν μισή μονάδα κάτω από το όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του 5%.
Στην ερώτηση για απευθείας επιλογή καγκελαρίου, ο Κρίστιαν Μερτς συγκεντρώνει το 32% των προτιμήσεων (με υποχώρηση μίας μονάδας σε σύγκριση με την προηγούμενη μέτρηση), ο υποψήφιος των Πρασίνων, Ρόμπερτ Χάμπεκ, το 21% (με υποχώρηση τριών μονάδων), ο νυν καγκελάριος, Όλαφ Σολτς, από το SPD το 18% (+1) και η υποψήφια της AfD, Αλίς Βάιντελ, το 14%, χωρίς μεταβολή στα ποσοστά της. Επιπλέον, το 57% θεωρεί ότι ο Όλαφ Σολτς δεν κάνει καλά τη δουλειά του, ενώ αντίθετη άποψη εκφράζει το 39%.
Στη σκιά των Τραμπ και Μασκ
Βέβαια, ο καγκελάριος καλά-καλά δεν μπόρεσε… να αντιληφθεί ότι διεξήγαγε προεκλογική εκστρατεία, έχοντας απορροφηθεί όλο το προηγούμενο διάστημα από τις εκτός των συνόρων ανατροπές που σηματοδότησε η αλλαγή γραμμής της Ουάσινγκτον έναντι της Ρωσίας και της Ουκρανίας, αλλά και από εντός των συνόρων κρίσεις, όπως η απεργία που προκήρυξε τις προάλλες, αδιαφορώντας για την εκλογική συγκυρία, το ισχυρό συνδικάτο ver.di στα μέσα μεταφοράς επτά ομόσπονδων κρατιδίων, μετά την άκαρπη ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για τις συλλογικές συμβάσεις άνω των 2,5 εκατ. εργαζομένων του ευρύτερου Δημοσίου.
Το κλίμα είναι βαρύ στον βαθμό που η ακροδεξιά AfD έχει “αέρα στα πανιά της” μετά την εκλογή Τραμπ και τη συνεχή ανοιχτή παρέμβαση του Έλον Μασκ υπέρ της. Η πρόσφατη επίθεση 24χρονου Αφγανού με το αυτοκίνητό του εναντίον πλήθους διαδηλωτών της ver.di στο Μόναχο αναμφίβολα σκιάζει το κλίμα. Επρόκειτο για εγκατεστημένο στη Γερμανία από το 2016 κάτοχο “άδειας ανοχής παραμονής”, ο οποίος ήταν γνωστός στις Αρχές ως ποινικός και φέρεται να ανέπτυξε ριζοσπαστικές ισλαμιστικές απόψεις μέσω Διαδικτύου.
Αντέχει η “υγεινομική ζώνη”;
Τα αριθμητικά δεδομένα είναι, όπως προκύπτει, ήδη περίπλοκα και αποτυπώνουν τον προϊόντα κατακερματισμό του γερμανικού πολιτικού τοπίου κατά τα χρόνια της Άνγκελα Μέρκελ και εξής. Όμως το έργο του σχηματισμού του επόμενου κυβερνητικού συνασπισμού καθιστούν ακόμα δυσκολότερο οι πολιτικοί περιορισμοί, με κυριότερο την “υγειονομική ζώνη” στην οποία έχουν θέσει την AfD οι υπόλοιποι σχηματισμοί.
Το αν αυτό θα εξακολουθήσει να ισχύει, όπως ομνύει ο Μερτς, ή όχι είναι το μέγα ερώτημα της μετεκλογικής περιόδου. Πρακτικά, οι διαθέσιμες επιλογές είναι ανάμεσα σε έναν “μεγάλο συνασπισμό” Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών (ενδεχομένως και με έναν τρίτο εταίρο, εάν δεν επαρκεί το άθροισμα εδρών των πάλαι ποτέ “μεγάλων κομμάτων”) και μια ριζικά στροφή προς τα δεξιά, με τον σχηματισμό είτε μιας κυβέρνησης μειοψηφίας της CDU/CSU με την ανοχή της AfD είτε και με ανοιχτή συμμετοχή των άλλοτε “ανέγγιχτων” στο κυβερνητικό συμβούλιο.
Το ενδεχόμενο πολύμηνων άκαρπων μετεκλογικών διαβουλεύσεων ανάμεσα στα κόμματα θα μπορούσε να φέρει ως “ώριμο φρούτο”, λόγω κόπωσης του κοινού και επιτακτικών “εθνικών αναγκών”, το σπάσιμο του ταμπού της συνεργασίας με την ακροδεξιά. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι επιπτώσεις για την υπόλοιπη Ευρώπη θα είναι προφανείς. Υποψιάζεται, άλλωστε, κανείς ότι στη συνάντηση που είχε με τον Μερτς ο Αμερικανός αντιπρόεδρος, Τζ. Ντ. Βανς, μετά την ομιλία-σοκ που ο τελευταίος έδωσε στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, θα εκφράσθηκαν με μεγάλη ελευθερία οι προτιμήσεις των νέων αφεντικών της Ουάσινγκτον.
Από αριθμητική άποψη, έχει σημασία το τι θα εκτυλιχθεί με όσους παλεύουν πέριξ του 5%, καθώς, όσο λιγότερα κόμματα εκπροσωπηθούν κοινοβουλευτικά, τόσο ευκολότερος θα είναι ο σχηματισμός “μεγάλου συνασπισμού” μόνο από τα δύο παραδοσιακά κόμματα του Κέντρου. Ένας τέτοιος συνασπισμός δείχνει, πάντως, να συγκεντρώνει τις δημοσκοπικές προτιμήσεις της πλειοψηφίας των Γερμανών.
“Πολιτιστικοί πόλεμοι” αντί της αναμέτρησης με την πραγματική αποδυνάμωση
Σε κάθε περίπτωση, η Γερμανία βιώνει “τέλος εποχής” – και όχι διότι απλώς πρόκειται να αλλάξει η κυβέρνηση. Το όλο αναπτυξιακό μοντέλο της Γερμανίας των τελευταίων δεκαετιών βρίσκεται σε κρίση, μαζί με τις πολιτικο-κοινωνικές συναινέσεις που επέτρεπε, καθώς η χώρα πληρώνει το τίμημα των δημοσιονομικών εμμονών που καθήλωσαν τις επενδύσεις, την αβελτηρία της επιχειρηματικής τάξης, η οποία έχει προσπεραστεί από τους ανταγωνιστές στην τεχνολογική καινοτομία, την απώλεια του φθηνού φυσικού αερίου από τη Ρωσία, αλλά και το γεωπολιτικό vertigo που φέρνει η εξάρτηση από μία Αμερική με όλο και πιο ιδιόμορφες απαιτήσεις από τους συμμάχους της.
Και στο βάθος το “φρένο χρέους”
Παρά ταύτα, η Γερμανία της προϊούσας αποβιομηχάνισης, των παραμελημένων υποδομών, της εξαπλωμένης ημιαπασχόλησης, αλλά και του μειωμένου ειδικού βάρους στο εξωτερικό, προτιμά να μη συζητά τα πραγματικά της προβλήματα, παρά να εκφράζει τα άγχη της μετωνυμικά, επικεντρώνοντας σε “πολιτιστικούς πολέμους”. Πρωτεργάτης ο Μερτς, ο οποίος, αντιγράφοντας την ατζέντα της AfD, πρότεινε μαζικές απελάσεις 50.000 παράτυπων μεταναστών, για να παραδεχθεί σε τηλεοπτικό ντιμπέιτ με τον Σολτς ότι η επίτευξη αυτού του αριθμητικού στόχου δεν είναι εφικτή.
Το ότι με ψήφισμα που προτάθηκε από τον Μερτς για το μεταναστευτικό η AfD καταγράφηκε για πρώτη φορά σε κοινοβουλευτική πλειοψηφία σόκαρε πολλούς κεντρώους ψηφοφόρους. Την ίδια ώρα, ο όποιος αυριανός συνασπισμός θα βρεθεί αμέσως αντιμέτωπος με το ερώτημα της αναθεώρησης του συνταγματοποιημένου “φρένου χρέους”.