Ο Τραμπ πάτησε το “φρένο” – και η ύφεση των εντάσεων πέριξ του Ιράν παίρνει αναβολή.
Το Ιράν κατηγόρησε τις ΗΠΑ για “αντιφατική συμπεριφορά και προκλητικές δηλώσεις” μετά την προειδοποίηση του Αμερικανού υπουργού Πιτ Χέγκσεθ προς την Τεχεράνη, ότι θα υποστεί τις επιπτώσεις της συνεχιζόμενης υποστήριξής της στους Χούθι της Υεμένης, αλλά και τις νέες κυρώσεις στις ιρανικές εξαγωγές πετρελαίου.
Ο τέταρτος μέσα σε έναν μήνα γύρος συνομιλιών μεταξύ της αμερικανικής και ιρανικής αντιπροσωπείας που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί σήμερα στη Ρώμη, θα μεταφερθεί σε νέα ημερομηνία, όταν συμφωνήσουν σε αυτήν οι δύο πλευρές, γνωστοποίησε το Ομάν, που μεσολαβεί στις επαφές, επικαλούμενο “πρακτικούς λόγους”.
Το αυτό συνέβη και με την αρχικώς προγραμματισμένη για χθες Παρασκευή συνάντηση σε τεχνικό επίπεδο ανάμεσα στο Ιράν και τους “Τρεις Μεγάλους της Ευρώπης”, ήτοι τη Βρετανία, τη Γαλλία και τη Γερμανία, πρωταγωνιστές των διεργασιών που είχαν οδηγήσει στη διεθνή συμφωνία του 2015 (JCPOA) για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Όπως εξήγησε ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών, Ζαν-Νοέλ Μπαρό, η συνάντηση ήταν πλέον άνευ αντικειμένου, εφόσον είχε αναβληθεί η αντίστοιχη ιρανο-αμερικανική σε πολιτικό επίπεδο.
Ο ίδιος βέβαια είχε ήδη επιβαρύνει το κλίμα με δηλώσεις του περί “επικείμενης απόκτησης πυρηνικών όπλων” από το Ιράν, τις οποίες η Ισλαμική Δημοκρατία κατήγγειλε ως “αβάσιμες”, “ανεύθυνες” και “πολιτικά υποκινούμενες”.
Η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τάμι Μπρους, δήλωσε πάντως πως η Ουάσινγκτον αναμένει έναν νέο γύρο συζητήσεων με την Τεχεράνη να διεξαχθεί στο εγγύς μέλλον.
Από την πλευρά του ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών του Ιράν δήλωσε ότι η Τεχεράνη συνεχίζει να ασχολείται “σοβαρά και αποφασιστικά” με τις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ και επέκρινε την αμερικανική πλευρά για “έλλειψη καλής θέλησης και σοβαρότητας στην προώθηση της διπλωματικής οδού”.
Δευτερογενείς κυρώσεις στην Κίνα;
Αλλά την παράσταση έκλεψε για άλλη μία φορά ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος με ανάρτησή του στο Truth Social απείλησε ότι “οποιαδήποτε χώρα ή άτομο” αγοράζει πετρέλαιο ή πετροχημικά από το Ιράν θα υφίσταται αμέσως δευτερογενείς κυρώσεις. Ακριβέστερα, ανέγραψε ότι όποιος προμηθεύεται ιρανικούς υδρογονάνθρακες “δεν θα επιτρέπεται να κάνει δουλειές με τις ΗΠΑ με οποιονδήποτε τρόπο, σχήμα ή μορφή”. Αναρωτιέται κανείς, αν θα πρέπει να ερμηνεύσει την κίνηση αυτή με αμιγώς μεσανατολικά κριτήρια ή να την εντάξει στο πλαίσιο του εμπορικού πολέμου του Τραμπ, διότι βεβαίως ο μεγαλύτερος αγοραστής του ιρανικού πετρελαίου είναι η Κίνα. Δύναται ο ένοικος του Λευκού Οίκου να προχωρήσει, με ιρανικό πρόσχημα, σε τέτοιου τύπου κυρώσεις κατά του ασιατικού γίγαντα;
Σε κάθε περίπτωση, η εξάρτηση της Ισλαμικής Δημοκρατίας από την Κίνα διαρκώς βαθαίνει και μόλις την Τρίτη η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε κυρώσεις εναντίον έξι εταιρειών, τις οποίες χαρακτηρίζει δίκτυο προμήθειας χημικών συστατικών κινεζικής προελεύσεως για προωθητικούς βαλλιστικούς πυραύλους του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν.
Άλλωστε, στους Φρουρούς στρέφει τα βέλη της η ιρανική κοινή γνώμη για την καταστροφή του περασμένου Σαββάτου στο λιμάνι του Μπαντάρ Αμπάς, όπου έκρηξη φορτίου υπερχλωρικού νατρίου σκότωσε τουλάχιστον 70 ανθρώπους και τραυμάτισε περισσότερους από χίλιους.
Τα “αγκάθια” και οι αντιφάσεις
Υπενθυμίζεται ότι το βαλλιστικό πρόγραμμα του Ιράν καθώς και η “περιφερειακή συμπεριφορά” του (ήτοι η στήριξη προς οργανώσεις του “άξονα της αντίστασης” όπως οι Χούθι) αποτελούσαν τα ζητήματα που δεν κάλυπτε η JCPOA και ώθησαν τον Τραμπ το 2018 να αποδεσμεύσει τις ΗΠΑ από αυτήν, με την ενθάρρυνση της κυβέρνησης Νετανιάχου στο Ισραήλ. Ωστόσο, παρά το πρόβλημα αξιοπιστίας που δημιουργούσε το εν λόγω προηγούμενο, το Ιράν και η νέα κυβέρνηση Τραμπ βρέθηκαν προ μηνός να συνομιλούν, διερευνώντας τη δυνατότητα μιας νέας συμφωνίας επί του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, με πιθανό αντάλλαγμα όχι απλώς την άρση των δευτερογενών κυρώσεων, όπως προέβλεπε η JCPOA, αλλά και των πρωτογενών, που αποκλείουν τα αμερικανικά συμφέροντα από την ιρανική αγορά.
Η πίεση χρόνου για την εξεύρεση λύσης εντείνεται από το γεγονός ότι μετά το 2018 το Ιράν έχει αυξήσει τα επίπεδα εμπλουτισμού ουρανίου σε ποσοστά που επιτρέπουν δημιουργία πυρηνικού όπλου, ενώ τον Οκτώβριο εκπνέει η προθεσμία για την επαναφορά βάσει JCPOA των κυρώσεων του ΟΗΕ κατά του Ιράν, όπου καθοριστικός θα είναι ο ρόλος των “τριών” της Ευρώπης. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Τεχεράνη προειδοποιεί ότι θα αποδεσμευθεί πλήρως από τη Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων και από οποιαδήποτε συνεργασία με την επιθεωρούσα το πρόγραμμά του Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας.
Το Ιράν δηλώνει ότι έχει το δικαίωμα να εμπλουτίζει ουράνιο σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων και αρνείται ότι θέλει να κατασκευάσει πυρηνική βόμβα.
Ωστόσο, τη διαδικασία των ιρανο-αμερικανικών συνομιλιών απειλείται ανά πάσα στιγμή να εκτροχιάσει η αμφισημία των τοποθετήσεων των ιθυνόντων των ΗΠΑ, που άλλοτε δείχνουν να αρκούνται (όπως ο προεδρικός απεσταλμένος Στιβ Ουίτκοφ) στην προοπτική διαμόρφωσης ενός πλαισίου ελέγχου που θα αποτρέπει την απόκτηση πυρηνικού όπλου από το Ιράν και άλλοτε ενστερνίζονται τον στόχο του Ισραήλ για πλήρη αποσυγκρότηση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, κατά το πρότυπο της Λιβύης το 2003.
Η Υεμένη συμπαρέσυρε τη διαδικασία διαλόγου
Τη σκληρότερη γραμμή εμφανίσθηκε να υποστηρίζει ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, ο οποίος σε συνέντευξή του στο Fox News δήλωσε για τους Ιρανούς: “Πρέπει να απομακρυνθούν από τη χορηγία τρομοκρατών, πρέπει να απομακρυνθούν από τη βοήθεια προς τους Χούθι, πρέπει να απομακρυνθούν από την κατασκευή πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς που δεν έχουν κανέναν άλλο σκοπό ύπαρξης εκτός από την κατοχή πυρηνικών όπλων και πρέπει να απομακρυνθούν από τον εμπλουτισμό”.
Ο Ρούμπιο, ο οποίος μόλις ενισχύθηκε αναλαμβάνοντας προσωρινά και τον ρόλο του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας, είπε επίσης ότι το Ιράν θα πρέπει να αποδεχθεί ότι οι Αμερικανοί θα μπορούσαν να συμμετάσχουν σε οποιοδήποτε καθεστώς επιθεώρησης και ότι οι επιθεωρητές θα απαιτούσαν πρόσβαση σε όλες τις εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών.
Όλα αυτά εκτυλίσσονται στο φόντο των συνεχιζόμενων επιδρομών των ΗΠΑ και της Βρετανίας εναντίον των περιοχών της Υεμένης που ελέγχονται από την κυβέρνηση των Χούθι, μοναδικό σκέλος του “άξονα της αντίστασης” το οποίο εξακολουθεί να αναλαμβάνει δράση κατά του Ισραήλ, σε αλληλεγγύη προς τους Παλαιστινίους της Γάζας, με εκτόξευση πυραύλων εναντίον του εβραϊκού κράτους, όπως συνέβη και πάλι μόλις χθες. Προφανώς η κλιμάκωση της αμερικανο-υεμενικής αντιπαράθεσης συμπαρασύρει και τη διαδικασία διαλόγου με το Ιράν, ενώ το “πρώτα το Ισραήλ” μοιάζει να αντικαθιστά το “πρώτα η Αμερική” της οικονομικής διείσδυσης στο Ιράν που προς στιγμήν δελέασε τον Τραμπ.