Με την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου, ο Ντόναλντ Τραμπ φέρνει μαζί του έναν πολιτικό ανεμοστρόβιλο: ανατρέπει την αμερικανική εξωτερική πολιτική, προκαλεί ταραχή στις διεθνείς αγορές και μετατρέπει το Οβάλ Γραφείο σε κέντρο συνεχών θεαματικών πρωτοβουλιών.
Την ημέρα της ορκωμοσίας του, εμφανίζεται με μαρκαδόρο στο χέρι, υπογράφοντας 26 εκτελεστικά διατάγματα – ιστορικό ρεκόρ για οποιονδήποτε πρόεδρο των ΗΠΑ την πρώτη ημέρα της θητείας του. Στα πρώτα του βήματα, αποχωρεί από τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και απονέμει χάρη στους καταδικασθέντες για την εισβολή στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου 2021, σηματοδοτώντας έτσι μία νέα –ή μάλλον ανατρεπτικά παλιά– πολιτική γραμμή.
Σε συνέντευξη Τύπου με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο Τραμπ δηλώνει ότι οι ΗΠΑ θα αναλάβουν τον έλεγχο της Λωρίδας της Γάζας, θα εκκενώσουν τον παλαιστινιακό πληθυσμό και θα την ανοικοδομήσουν, μεταμορφώνοντάς την στη «Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής». Αντιδράσεις ξεσπούν διεθνώς, όμως τρεις εβδομάδες αργότερα, ο πρόεδρος δημοσιεύει ένα βίντεο, φτιαγμένο με τεχνητή νοημοσύνη, που απεικονίζει μια “εικονική” παραθαλάσσια Γάζα με τον ίδιο να δοξάζεται.
Την ίδια ώρα, στο εσωτερικό του Λευκού Οίκου, ο Ίλον Μασκ –πλέον σύμβουλος του προέδρου– φωτογραφίζεται στο Οβάλ Γραφείο με τον τετράχρονο γιο του “X” στους ώμους, ανακοινώνοντας μαζικές περικοπές δαπανών. Ο Μασκ και ο μικρός του γιος συνοδεύουν συχνά τον Τραμπ ακόμα και σε δημόσιες εμφανίσεις, όπως σε αγώνες κατς.
Στο μέτωπο της εξωτερικής πολιτικής, ο Τραμπ αποκαθιστά απευθείας δίαυλο επικοινωνίας με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Μετά από δύο τηλεφωνικές συνομιλίες, ξεκινούν επαφές υψηλού επιπέδου μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, χωρίς τη συμμετοχή της Ευρώπης. Παρά τις προσδοκίες για εκεχειρία στην Ουκρανία, δεν υπήρξε πρόοδος, αν και πραγματοποιήθηκαν ανταλλαγές κρατουμένων.
Την ίδια ώρα, στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς προκαλεί σοκ στους Ευρωπαίους δηλώνοντας πως τον ανησυχεί περισσότερο ο περιορισμός της ελευθερίας του λόγου στην Ευρώπη, παρά η απειλή από τη Ρωσία ή την Κίνα. Η κυβέρνηση Τραμπ συνεχίζει σε αυτό το πνεύμα, κατηγορώντας την Ευρώπη για οικονομική και στρατηγική «εκμετάλλευση» των ΗΠΑ.
Οι σχέσεις του Τραμπ με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι είναι τεταμένες. Σε δημόσια εμφάνιση στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ τον επιπλήττει αυστηρά μπροστά στις κάμερες, δημιουργώντας ερωτήματα για το μέλλον της στρατιωτικής στήριξης των ΗΠΑ προς την Ουκρανία.
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση Τραμπ κατηγορεί τα αμερικανικά πανεπιστήμια ότι ανέχονται ή και ενισχύουν αντισημιτικές συμπεριφορές μέσα από τις φοιτητικές διαμαρτυρίες κατά του πολέμου στη Γάζα. Ανακοινώνεται πάγωμα 400 εκατ. δολαρίων προς το Columbia και 2,2 δισ. δολαρίων προς το Harvard. Στο μεταξύ, συλλαμβάνεται και απειλείται με απέλαση Παλαιστίνιος φοιτητής, παρότι διαθέτει πράσινη κάρτα.
Στον τομέα της μετανάστευσης, η κυβέρνηση επαναφέρει έναν νόμο του 18ου αιώνα, που είχε εφαρμοστεί μόνο σε καιρό πολέμου, και απελαύνει πάνω από 200 μετανάστες. Κατηγορούνται για συμμετοχή σε βίαιες συμμορίες χωρίς αποδείξεις. Οι υποθέσεις φτάνουν στο Ανώτατο Δικαστήριο, όμως η κυβέρνηση αρνείται να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις του.
Επιπλέον, ο πρόεδρος Τραμπ εκφράζει επεκτατικές βλέψεις: δηλώνει ότι θέλει οι ΗΠΑ να ανακτήσουν τον έλεγχο της Διώρυγας του Παναμά, να προσαρτήσουν τη Γροιλανδία και ακόμα και ο Καναδάς να γίνει η 51η πολιτεία των ΗΠΑ. Η ένταση με τη Δανία για τη Γροιλανδία κλιμακώνεται, ενώ κατά την επίσκεψή του, ο αντιπρόεδρος Βανς συναντά μόνο στρατιωτικούς αξιωματούχους στην αμερικανική βάση.
Ο εμπορικός πόλεμος επιστρέφει επίσης στο προσκήνιο. Στις 2 Απριλίου, ο Τραμπ ανακοινώνει νέους δασμούς σε δεκάδες χώρες: 10% κατ’ ελάχιστον, 20% στην Ε.Ε. και 34% στην Κίνα. Οι αγορές αντιδρούν έντονα, αλλά μια προσωρινή αναστολή –πλην των δασμών προς την Κίνα που αυξάνονται στο 145%– δίνει μια μικρή ανάσα. Ωστόσο, η παγκόσμια αβεβαιότητα παραμένει.